Ο συγγραφέας Γρηγόρης Παντέλογλου εξερευνά τον κόσμο των Προέδρων, την περίοδο της... μαθητείας τους, από το μάθημα του λαϊκισμού μέχρι τον μάθημα της ανάληψης ευθύνης, γιατί... "με ενδιαφέρει, ως πολίτη, η πρακτική των Θεσμών και το πραγματικό τους περιεχόμενο". Άλλωστε, "όποιος αποποιείται τις ατομικές του υποχρεώσεις, όποιος δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του, κατά βάση αποποιείται τις δημόσιες ελευθερίες".
Αποκλειστική συνέντευξη του συγγραφέα Γρηγόρη Παντέλογλου («Η μαθητεία των Προέδρων») στο Fairytales και τον δημοσιογράφο Νίκο Κολίτση
Αν «η μαθητεία των Προέδρων» ήταν ένα σχολείο, ποιο θα ήταν το πιο δύσκολο μάθημα και ποιος θα ήταν ο καλύτερος μαθητής;
Η «Μαθητεία των Προέδρων» μας μεταφέρει σε έναν μυθιστορηματικό Οργανισμό της ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης, στα χρόνια της μεταπολίτευσης, που αποτελούσε ένα πολύχρωμο ψηφιδωτό τοπόσημο των κομμάτων εξουσίας. Ήταν ένας «Οργανισμός-σχολείο», εναλλασσόμενης μαθητείας κομματικών και συμπαθούντων στελεχών, που ως δημιούργημα του κομματικού κράτους, αποτελούσε έναν μόνιμο θρόνο για την ενθρόνισή τους. Τα στελέχη τοποθετούνταν εκεί με σκοπό την απόκτηση εμπειρίας, που θα τη μετέφεραν «ανδρωμένοι», στη συνέχεια, στα υπόλοιπα πεδία εξουσίας. Σε αυτό το περιβάλλον παίδευσης, κύρια γνωστικά αντικείμενα, ανάμεσα στα άλλα, αποτελούσαν η μαθητεία στην άσκηση εξουσίας, η μαθητεία στην εφαρμογή κομματικών πρακτικών και επιλογών, η πολιτική και προσωπική ευθύνη, η τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας και σίγουρα οι μέθοδοι εφαρμογής του λαϊκισμού.
Εκτιμώ ότι το πιο εύκολο μάθημα θα ήταν αυτό του λαϊκισμού, που έρχεται να εκμεταλλευθεί την αφέλεια και την ανασφάλεια των ανθρώπων μέσα από απλοϊκές προσεγγίσεις ακαλλιέργητων ανθρώπων που δε διαθέτουν το στοιχειώδες πολιτικό συντακτικό και εγκλωβίζουν τον ορίζοντα του χρόνου και των προσδοκιών.
Το πιο δύσκολο μάθημα θα ήταν αυτό της ανάληψης ευθύνης, ζήτημα τόσο επίκαιρο στις μέρες μας. Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να επισημάνουμε ότι οι ανεύθυνοι είναι οι υποκριτικοί εχθροί των ελευθεριών, είτε το ξέρουν είτε όχι. Όποιος αποποιείται τις ατομικές του υποχρεώσεις, όποιος δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του, κατά βάση αποποιείται τις δημόσιες ελευθερίες. Τέλος, όσο για το ποιος θα ήταν ο καλύτερος μαθητής, καλό θα ήταν να αποφεύγουμε τις συγκρίσεις τέτοιου είδους αριστείας.
Αν μπορούσατε να καλέσετε έναν από τους προέδρους του βιβλίου σε δείπνο, ποιον θα επιλέγατε και ποια ερώτηση θα του κάνατε που δε θα μπορούσε να απαντήσει δημόσια;
Θα προτιμούσα να το κάνει αυτό ο αναγνώστης του βιβλίου. Μετά τη συγγραφή, οι προθέσεις και οι αναζητήσεις του συγγραφέα δεν έχουν καμία αξία. Πάντως, αν ο συγγραφέας, με το γραπτό του κείμενο, οφείλει να διαθέτει αμφιβάλλουσα σκέψη και ψυχή, ο αναγνώστης είναι αυτός που θα αποκρυπτογραφήσει τις προθέσεις και τα πάθη των ηρώων ή όσα υπονοούνται πίσω από τις λέξεις και που πιθανά ξεπερνούν και την πιο προικισμένη φαντασία. Από την άλλη, έχοντας ο αναγνώστης ανακαλύψει τις εξοργιστικές χυδαιότητες σαν σε επιληπτικό παροξυσμό κάποιων προέδρων, θα μπορούσε, χωρίς να τον προϊδεάσω, να τους θέσει το ερώτημα: «στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνούσε το μέτρο έπρεπε να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. Στην δική σας σύγχρονη «τραγωδία» κακοδιοίκησης θα ίσχυε το ίδιο;».
![]() |
| Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οσελότος |
Πιστεύετε ότι η εξουσία «μαθητεύεται» ή τελικά καταλαμβάνει εκείνον που την ασκεί;
Η λέξη εξουσία είναι πολυσήμαντη με πολλαπλές και ποικίλες σημασίες. Ως έννοια παραμένει επίμαχη, χαρακτηρίζεται ως «ουσιωδώς διαμφισβητούμενη», που οδηγεί «σε ατέρμονες διαφωνίες γύρω από την αρμόζουσα χρήση τους εκ μέρους των χρηστών της». Επομένως, ας επικαλεστούμε ένα παράδειγμα άμεσης επικαιρότητας, αυτό του ΟΠΕΚΕΠΕ. Αποτελεί κι αυτό μέρος μιας διαχρονικής βιοτεχνίας σκανδάλων, όπου όργανα κομματικής συντεχνίας και οι πελάτες τους, σε αγαστή συνεργασία με την κρατική μηχανή, όπως την εξέφραζαν οι υπουργοί, γενικοί γραμματείς, πρόεδροι, συνδικαλιστές, σύμβουλοι κι άλλοι, συνέβαλαν στη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, χωρίς μάλιστα κανέναν ηθικό φραγμό. Ήταν ένας υψηλός βαθμός συνέργειας κεντρικής εξουσίας- κομματικού κράτους και των πελατών του σε στιγμές επηρμένης αυθαιρεσίας.
Αν, λοιπόν, «καταλαμβάνει εκείνον που ασκεί εξουσία», αυτή η τελευταία και ιδιαίτερα η κρατική, δεν οφείλει να είναι ανυπότακτη στον κριτικό έλεγχο των πολιτών. Οι ασκούντες εξουσία «μαθητευόμενοι» ή μη, δεν πρέπει να παραγνωρίζουν τα όρια. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουν το επιτρεπόμενο.
Προσωπικά, δε με ενδιαφέρει η τόσο προκλητικά διατυμπανισμένη και τελικά αποδομημένη από τα γεγονότα, επικοινωνιακή ιστορία της λέξης «Επιτελικό Κράτος». Με ενδιαφέρει, όμως, ως πολίτη, η πρακτική των Θεσμών και το πραγματικό τους περιεχόμενο.
Αν η ιστορία της Ελλάδας ήταν θεατρικό, σε ποια πράξη τοποθετείτε τους προέδρους που μελετάτε και γιατί;
Οφείλω από την αρχή να επισημάνω ότι οι ήρωές μου, στη «Μαθητεία των Προέδρων», ήταν μέρος ενός ετερόκλητου καμβά, στην έτσι κι αλλιώς, μπερδεμένη εικόνα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Υπήρξαν ικανοί και ανίκανοι, πετυχημένοι και αποτυχημένοι, αδιάφοροι και ενεργητικοί, έμπειροι και άπειροι, διεφθαρμένοι και ενάρετοι, απρόβλεπτοι και ασταθείς. Στάθηκα περισσότερο σε εκείνους τους προέδρους που διέθεταν αντιδραστικά και άλλα πάθη, που εκπροσωπούσαν την κουλτούρα του εφήμερου και μάλιστα με εισήγηση του αρμόδιου υπουργού και με κακοποίηση των αρχών της αξιοκρατίας.
Με όρους θεατρικούς, οι τοποθετημένοι από την εξουσία και που αναλάμβαναν θέσεις προσωρινής ευθύνης, θα τοποθετούνταν στις ενδιάμεσες ή μεταβατικές σκηνές της κεντρικής πράξης. Οι πρόεδροι, λοιπόν, ως δευτερεύοντες ρόλοι, αλλά καθοριστικοί για το πώς η εξουσία λειτουργεί στην πράξη. Αυτό αποτυπώνεται και με όρους θεωρίας που αναφέρεται και σε μια γραφειοκρατία ως πυλώνα του σύγχρονου κράτους με «εξειδικευμένη γνώση και θεσμική ισχύ», που όμως «δίνει πρακτική μορφή στην νομιμοποιημένη εξουσία των πολιτικών θεσμών». Στην ίδια τη θεωρία καταγράφεται ότι «η θεσμική ποιότητα της δημόσιας διοίκησης είναι κεντρικός δείκτης για την ανάπτυξη, αλλά όταν οι διορισμοί είναι πολιτικοί και όχι αξιοκρατικοί, αυξάνεται η διαφθορά».
Aν όλοι οι πρόεδροι είχαν τη δυνατότητα να συναντηθούν σε ένα δωμάτιο, τι είδους συζήτηση θα άναβε μεταξύ τους;
Έχει σημασία να οριστεί το είδος του δωματίου. Σε μια σάλα «σεπαρέ» ακριβού ξενοδοχείου ή στο κελί τριάντα τρία «σαν παιδιά χωρίς μυαλό»; Όπου και να συναντιόντουσαν, πιθανολογώ πως και πάλι θα διαφωνούσαν μέσα από τις κενολογίες και μωρολογίες της πληθωρικής και πολύχρωμης κομματικής γλώσσας τους. Ξέφρενες φαντασιώσεις και εκεί. Η μόνη λεκτική διέξοδός τους είναι η πόλωση και μάλιστα με μισερό ύφος.
Στη ζωή υπάρχουν κάποια πράγματα που σου επιτρέπουν συλλογικά να πιστέψεις, να διαμορφώσεις, να χτίσεις, να εκφραστείς και γιατί όχι, να ονειρευτείς. Στη δική τους περίπτωση θα υπερείχε ο ατομισμός και αυτός ο τελευταίος είναι μια σύγχρονη μορφή βαρβαρότητας.
Σε μια εποχή που η πολιτική μοιάζει να έχει χάσει την αξία της, τι ρόλο μπορεί να παίξει η μαθητεία όχι των προέδρων, αλλά των πολιτών;
Σε μια εποχή που η πολιτική μοιάζει να έχει σιωπήσει, η «μαθητεία των πολιτών» είναι σαν φως που ξαναζωντανεύει τη σκιά της κοινωνίας. Ο πολίτης που παρατηρεί, σκέφτεται και συμμετέχει, δεν είναι παθητικός θεατής· γίνεται φύλακας της δημοκρατίας και σπόρος αλλαγής. Το να ζει κανείς μέσα σε μια σύγχρονη δημοκρατία σημαίνει να συμβιώνει ακόμη και με συνήθειες και συμπεριφορές που αποδοκιμάζει. Σημαίνει, δηλαδή, ότι η ενιαία συνύπαρξή μας στηρίζεται σε ένα πλήθος από πλουραλιστικές πραγματικότητες τις οποίες πρέπει να ασκούμε με σύνεση. Μέσα από την κριτική σκέψη και την ηθική υπευθυνότητα, o πολίτης μαθαίνει ότι η πολιτική δεν είναι παιχνίδι εξουσίας μόνο αλλά τέχνη συλλογικής φροντίδας. Αρκεί όλοι μας να συμφωνήσουμε σε τούτο. Να μην επιτρέψουμε να υποχωρήσει η ιδιότητα του πολίτη με ελευθερία στον λόγο και τη βούληση.
Πώς θα αλλάζατε το βιβλίο αν έπρεπε να το ξαναγράψετε δέκα χρόνια από τώρα, με βάση όσα βλέπετε να συμβαίνουν σήμερα;
Δεν έχω τέτοια πρόθεση. Προτιμώ να ασχοληθώ με ζητήματα συλλογικής μνήμης στον ενεστώτα χρόνο. Πάντως, έχω αποκομίσει την αίσθηση, από σχόλια αναγνωστών και από κριτικές στο βιβλίο, ότι το περιεχόμενό του θα παραμείνει διαχρονικά επίκαιρο. Άλλωστε και ο ίδιος έχω περιγράψει αναλυτικά σε συνεντεύξεις, ότι ο εκσυγχρονισμός της ελληνικής δημόσιας διοίκησης παραμένει η ιδεολογία του ατελείωτου παρόντος.
Η δημόσια διοίκηση παρουσιάζεται συχνά σαν βαθύ κράτος ή σαν μηχανισμός αδράνειας. σε ποιο στάδιο πιστεύετε ότι βρίσκεται σήμερα; Έχει μάθει κάτι ουσιαστικά ή επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη; Στο βιβλίο σας ποια στιγμή αποκαλύπτει πιο καθαρά το πώς αυτή η αδράνεια μετατρέπεται σε πολιτική δύναμη;
Ήδη πήρα θέση με την προηγούμενη τοποθέτησή μου. Δε χρειάζεται να είμαστε επιφυλακτικοί ως προς την αναγκαιότητα ανανέωσης της ελληνικής δημόσιας διοίκησης. Οι παθογένειες του κράτους, όπως οι πελατειακές σχέσεις, η μεροληψία, η διαφθορά, η γραφειοκρατία, το καταπονημένο σύστημα απονομής δικαιοσύνης και πολλά άλλα, κάνουν φανερή την άμεση ανάγκη για τον ριζικό επαναπροσδιορισμό του μέσα από βαθιές τομές σε όλους τους τομείς.
Για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος, χρειάζονται νέες πρακτικές που αναζωογονούν και δεν υπονομεύουν τη δημόσια διοίκηση. Στη μυθιστορία «η Μαθητεία των Προέδρων», περιγράφονται παράταιρες επιλογές που έθεταν σε αδράνεια την λειτουργία της, μέσω άκριτων επιλογών πολιτικοποίησης ή καλύτερα κομματικοποίησης της κορυφής της, που επέφεραν αστάθεια και ασυνέχεια στις όποιες καλές πρακτικές της.
Οι άνθρωποι που περιγράφετε φαίνεται να ισορροπούν ανάμεσα στην πολιτική βούληση και την κομματική εξάρτηση. Ποιος από αυτούς κατάφερε έστω και για λίγο να αποδράσει από το κόμμα του;
Δυστυχώς κανείς! Από τα χρόνια της μεταπολίτευσης υπάρχει ένα πλαστό προσωπείο ατελείωτων εξαγγελιών για τον διοικητικό εξορθολογισμό της δημόσιας διοίκησης. Τελικά, ως κύρια πρακτική της -με ελάχιστες εξαιρέσεις- έχει υιοθετηθεί η επιλογή ημετέρων, μέσω δήθεν αξιολογικών διαδικασιών ανακύκλωσης προσώπων ευθύνης. Αυτά τα στείρα και αναποτελεσματικά χαρακτηριστικά των επιλογών της συντηρούν σημαντικές παθογένειες και στρεβλώσεις του ελληνικού κράτους, που προσπάθησα να αποτυπώσω και λογοτεχνικά στη «Μαθητεία των Προέδρων».
Ο συνδικαλισμός εμφανίζεται άλλοτε ως ασπίδα δημοκρατίας και άλλοτε ως εμπόδιο προόδου. Εκτιμάτε ότι η μεταπολιτευτική Ελλάδα μπόρεσε ποτέ να βρει τη χρυσή τομή ανάμεσα στα δύο;
Η μετατόπιση της συνέντευξης από την «Μαθητεία των Προέδρων» στο συνδικαλιστικό κίνημα, είναι ένα τρομερό άλμα, στο οποίο θα πρέπει κι εγώ να προσαρμοστώ ανάλογα. Προφανώς γίνεται, γιατί λάβατε υπόψη και την ιδιότητά μου ως μελετητή του, έχοντας εκδώσει το βιβλίο «Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα στην Κατοχή και στον Εμφύλιο. Οι παραμορφωτικές συλλογικές συνειδήσεις της κοινωνικής μας ιστορίας στη δεκαετία του 1940», που εκδόθηκε κι αυτό από τις εκδόσεις Οσελότος το 2020. Το ζήτημα αυτό αποτελεί σίγουρα αντικείμενο ξεχωριστής συνέντευξης για την οποία είμαι στην διάθεσή σας. Σκέφτομαι φωναχτά και λέω ότι αυτό το πρόβλημα που περιγράφει η ερώτησή σας γεννήθηκε στο παρελθόν και έχει μια σημαντική προϊστορία.
Ο συνδικαλισμός υπήρξε ιστορικά ένας από τους θεμελιώδεις πυλώνες της δημοκρατίας, καθώς εξέφρασε τη φωνή των εργαζομένων και συνέβαλε ουσιαστικά στην κατοχύρωση των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων. Στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης, ο συνδικαλισμός αναδείχθηκε σε σημαντικό μηχανισμό κοινωνικής εκπροσώπησης και πολιτικής συμμετοχής, προσφέροντας σταθερότητα σε μια περίοδο δημοκρατικής ανασυγκρότησης. Ωστόσο, η λειτουργία του δεν υπήρξε ανόθευτη από κομματικές επιρροές και συντεχνιακές επιδιώξεις, γεγονός που οδήγησε συχνά στη μετατροπή του από παράγοντα κοινωνικής συνοχής σε πεδίο αντιπαραθέσεων και αναχαίτισης της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας. Η αδυναμία εξεύρεσης της «χρυσής τομής» ανάμεσα στην προστασία των δικαιωμάτων και την ανάγκη για πρόοδο, δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στον συνδικαλισμό.
Οι παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος, η πελατειακή λογική και η περιορισμένη κουλτούρα κοινωνικού διαλόγου, συνέβαλαν στη δημιουργία ενός πλαισίου που ευνοούσε την αναπαραγωγή των ίδιων στρεβλώσεων. Η ευθύνη, επομένως, είναι συλλογική και διαχέεται στο πολιτικό, κοινωνικό και θεσμικό πεδίο.
Σήμερα, η συλλογική δράση στην Ευρώπη και την Ελλάδα παραμένει παρούσα, αλλά έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά ως προς τη μορφή και το περιεχόμενό της. Ενώ τα παραδοσιακά συνδικάτα σε πολλές χώρες συνεχίζουν να παίζουν καθοριστικό ρόλο στη χάραξη πολιτικών, μέσω του κοινωνικού διαλόγου, αναδύονται ταυτόχρονα νέες μορφές συμμετοχής που επικεντρώνονται σε ζητήματα περιβάλλοντος, ισότητας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνικής αλληλεγγύης. Ακόμη και στην Ελλάδα, παρότι οι παραδοσιακοί συνδικαλιστικοί φορείς έχουν αποδυναμωθεί, εμφανίζονται σύγχρονα δίκτυα εθελοντισμού, πρωτοβουλίες πολιτών και ψηφιακά κινήματα, τα οποία αντανακλούν μια πιο ευέλικτη και θεματικά προσανατολισμένη μορφή συλλογικότητας. Η ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου, η καλλιέργεια εμπιστοσύνης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και η υπέρβαση των στερεοτύπων του παρελθόντος συνιστούν θεμελιώδεις όρους για μια ώριμη και παραγωγική συλλογικότητα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πραγματικότητας.
Τελικά, για να επανέλθουμε στο μυθιστόρημα σας η «Μαθητεία των Προέδρων» σας ρωτώ «αν η ελληνική δημόσια διοίκηση ήταν ένας «μαθητευόμενος πρόεδρος», σε ποιο στάδιο πιστεύετε ότι βρίσκεται σήμερα; Έχει μάθει κάτι ουσιαστικά ή επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη;».
Είτε «μαθητευόμενος πρόεδρος» ενός Οργανισμού της ελληνικής δημόσιας διοίκησης είτε ακόμη και «μαθητευόμενος κυβερνήτης» ενός λαού να είσαι, οφείλουμε να συμφωνήσουμε ότι αποτελεί επικίνδυνη πτήση και ασταθές πέταγμα η επικέντρωση στο φαντασιακό, εκεί απ’ όπου ξεκινούν οι ατομικές μας ψευδαισθήσεις και τα συλλογικά μας ιδεολογήματα και πάθη. Οφείλουν οι «μαθητευόμενοι» από την αρχή να γνωρίζουν ότι το ονειρικό και ελπιδοφόρο τους εγώ, μαζί με τα όποια προτερήματα διαθέτουν, δεν αποτελούν το μοναδικό κέντρο του κόσμου. Αυτό αποκτά μεγαλύτερη αξία, όταν από τα πράγματα είναι καταδικασμένοι να παραμένουν αντιφατικοί, ως φορείς εξισορρόπησης της δημόσιας εξουσίας. Πολλοί «μαθητευόμενοι» σε αυτόν τον τόπο ανέβηκαν τα βουνά της άγνοιας και τίποτε πλέον δεν έμεινε απορούμενο. Παραδείγματα πολλά υπάρχουν στην άμεση ιστορία μας, από τα επαχθή μνημόνια και άλλα τραυματικά γεγονότα, ως σήμερα.
Tα κόμματα λειτουργούν ως δάσκαλοι ή ως φρουροί των προέδρων; Eίναι δυνατόν ένας πρόεδρος να αποκτήσει δική του πολιτική ταυτότητα μέσα σε ένα κομματικό περιβάλλον που φοβάται την αυτονομία;
Αν δεν έχω ακόμη κατορθώσει να σας πείσω, επιτρέψτε μου να σας παραπέμψω στις θλιβερές εικόνες των προέδρων του ΟΠΕΚΕΠΕ στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής. Εικόνες «ακινητοποιημένες», σχεδόν «βαλσαμωμένες», χωρίς σπάταλη μνήμη. Τρεμουλιαστά νεφελώματα σε πλήρες σκοτάδι. Άδειες και ματαιωμένες πλέον «προσωπικότητες». Θαυμαστή ανάπλαση ενός κομματικού περιβάλλοντος που αποκαλύπτει τον εαυτό του. Επιτρέψτε μου να επιμείνω, πως όλο αυτό δεν είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια.
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Γρηγόρης Ε. Παντελόγλου
Η Μαθητεία των Προέδρων
Σελίδες: 354, Τιμή: 16 ευρώ, Διαστάσεις: 14x21
ISBN: 978-618-205-680-6
Εκδόσεις Οσελότος
Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Οσελότος το μυθιστόρημα του Γρηγόρη Ε. Παντελόγλου «Η Μαθητεία των Προέδρων».
Σ’ αυτόν τον επαγγελματικό χώρο, τέτοιες ιστορίες επαναλαμβάνονταν σαν να ξεκινούσε και πάλι η παρτίδα σκακιού που σκόπιμα οι παίχτες της την είχαν αφήσει στη μέση. Η εγκατάσταση στον Οργανισμό σε θέση ευθύνης νέων κομματικών στελεχών ή προσώπων εμπιστοσύνης των στελεχών της κεντρικής πολιτικής σκηνής επαναλαμβανόταν με πανηγυρικό ύφος και άπειρες παραλλαγές. Ο αέναος κύκλος της Μαθητείας των Προέδρων συνεχιζόταν. Εκείνη η ώρα, που το ψιλόβροχο γινόταν μπόρα που ξέπλενε τα πάντα γύρω της, σηματοδοτούσε πως η ζωή στον Οργανισμό θα προχωρούσε, αδιάφορη για το ποιος θα έφευγε και ποιος πάλι θα ερχόταν. Σαν ένας άλλος αδιέξοδος, τελικά, κοπετός. Καταστροφικός σαν κηλίδα πετρελαίου, που στην αρχή έπαιρνε τη μορφή ενός ουράνιου τόξου, ή μιας μεταλλικής λάμψης, και κατέληγε να γίνεται μπάλωμα και θλιβερός ιριδισμός στις ταραγμένες θάλασσες της Δημόσιας Διοίκησης. Από τις αποθήκες μνήμης του Οργανισμού έβγαιναν διόλου λησμονημένες οι ιστορίες, τα σχέδια και οι αυταπάτες των μέχρι τότε προέδρων του, για να διασταυρωθούν αυτόματα με τα ανάμικτα, γεμάτα «αιφνίδια» μίμηση, όνειρα και τις προσδοκίες των επόμενων, μαζί με τις κενολογίες και τις μωρολογίες της πληθωρικής και πολύχρωμης κομματικής γλώσσας τους. Ήταν η στιγμή που ο ήλιος θόλωνε πριν από τη δύση των ξέφρενων φαντασιώσεών τους. Οι τελευταίες είχαν καταντήσει η περιορισμένη φωτεινή τους περιοχή.
Βιογραφικό
Ο Γρηγόρης Ε. Παντελόγλου γεννήθηκε στη Σάμο το 1963. Αναγορεύτηκε διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης το 1992. Έχει δημοσιεύσει μελέτες που άπτονται του επιστημονικού του ενδιαφέροντος και επιπλέον έχει μελετήσει την ιστορία του μαζικού κινήματος ανάμεσα στους δύο πολέμους, στην Κατοχή και στον Ελληνικό Εμφύλιο. Το πρώτο λογοτεχνικό του βιβλίο «Ζήσε ΤΩΡΑ! Γλυκό μου… ΡΕ!», κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2019 από τις εκδόσεις Οσελότος και τον Δεκέμβριο του 2020 κυκλοφόρησε, επίσης, από τις εκδόσεις Οσελότος το βιβλίο του «Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα στην Κατοχή και στον Εμφύλιο – Οι παραμορφωτικές συλλογικές συνειδήσεις της κοινωνικής μας ιστορίας στη δεκαετία του 1940». Τέλος, έχει συγγράψει μικρές ιστορίες για την ψυχή και τα όνειρά της, για να ομορφαίνει πού και πού μια μικρή γωνιά της «φυλακής» του και να σκανδαλίζει με αυτόν τον τρόπο τη φαντασία του.
Εκδόσεις Οσελότος
Βατάτζη 55, 11473 Αθήνα, τηλ.: 210 6431108
ocelotos.gr, ekdoseis.ocelotos@gmail.com
Νικος Κολίτσης
(Αρχισυντάκτης)
Απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής
(Τμήμα Φιλολογίας-ΑΠΘ),
με μεταπτυχιακό στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.
Αριστούχος Δημοσιογραφίας, με σπουδές Φωτογραφίας.
Συγγραφέας, κριτικός θεάτρου (για παιδιά & ενήλικες), κινηματογράφου & λογοτεχνίας, με συνεργασίες με έντυπο-ηλεκτρονικό τύπο πανελλαδικά.






Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου